RSS

Tag Archives: Ανδρέας Λασκαράτος

ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ: μια επιστολή του Λασκαράτου στον Τρικούπη

Andreas_Laskaratos

Στην ανάρτηση αυτή  αναδημοσιεύουμε,  λόγω της ζέουσας  επικαιρότητάς της,  μια ιστορική  ανοικτή επιστολή του Ανδρέα Λασκαράτου (1811-1901) προς τον τότε νεοεκλεγέντα πρωθυπουργό  Χαρίλαο Τρικούπη ( 1832 – 1896), στην οποία ο μεγάλος Κεφαλλονίτης σατιρικός ποιητής, λογοτέχνης και κοινωνικός αναμορφωτής,  εκφράζει την αγανάκτησή του για την επικρατούσα  πολιτική και οικονομική κακοδαιμονία της μικρής Ελλάδας  και υποδεικνύει με θέρμη και ελπίδα  τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία  για τη σωτηρία της πατρίδας.

Η επιστολή πρωτοδημοσιεύθηκε στο Αθηναϊκό “Άστυ” στις 18 Ιουνίου 1892.

¨Κύριε Χ. Τρικούπη,

Σ’  εσέ το έθνος  χαιρετά τον Σωτήρα του· πιστεύω δε  ότι αναμφιβόλως θέλεις λυτρώσει από τον γκρημνόν της χρεωκοπίας εις την οποίαν το έσπρωχνε αντεθνική, ανίκανη και διεφθαρμένη Κυβέρνησις. Με το μεγάλο τούτο κατόρθωμα που σου επιβάλλεται, συμβαδίζει και η ακολουθινή ταχτική διαχείρισις των πραγμάτων, εις την οποίαν ο Τρικούπης των απερασμένων ημερών, μας παρουσιάζεται ανώτερος σήμερα. Ο τότε Τρικούπης ήτο αρχηγός κόμματος, αλλ’ ο Τρικούπης της σήμερον είναι τώρα πλέον ο άνθρωπος της Ελλάδος.

Καλεσμένος όθεν  ως τοιούτος σήμερον να  κυβερνήσης το έθνος σου, δεν σου πρέπει κόμμα. Το κόμμα ήθελε σε καταβιβάσει· δεν σου πρέπουν ρουσφέτια· τα ρουσφέτια ήθελε σε αμαβρώσουν. 

Γνωρίζω καλά ότι κυβερνάς Ρωμιούς, οι οποίοι βάνουν όρον της υποστηρίξεών των τα ρουσφέτια. Αλλα οι αδιαφορούντες άφινε να σε ρίχνουνε. Κάθε σου πτώση θέλ’   είναι πρόδρομος μεγαλυτέρας ανυψώσεώς σου και κάθε σου πτώση και ανύψωσή σου θέλ’  είναι μάθημα για το ανήλικον έθνος μας.

Η φιλαρχία καιμ οι δόξες    αντί πάσης θυσίας να μείνουν για προσωπικότητες δευτερεύουσες. Απόβλεψε  δε εις το να δείξης τον εαυτό σου ως τον άνθρωπο της εποχής μας, έστω και μη εννοούμενον και μη αρκούντως εκτιμούμενον από το νήπιον έθνος σου.

Δώσε σ’  εμάς προσωπικότητα την οποίαν να μπορούμε να αντιπαρατάξωμε θωρακωτά. Αν τα μιλιούνια που εσπαταληθήκανε για τον ψευτοπόλεμο της Κούτρας, αν οι τόσες χιλιάδες ζωές παιδιώνε που εθυσιασθήκανε  για την εντροπήν  εκείνην ήθελε εξεναντίας αφιερωτούν  δια την ακλλιέργειαν  των γαιών μας, για την ανάπτυξιν του εμπορίου και της βιομηχανίας μας, εις οποίαν ανθηρά θέσιν ήθελ’  ευρίσκεται σήμερον το λέθνος. Και πως οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις ήθελε να βλέπουνε σ’  εμάς έθνος άξιον  να κυριαρχέψη της Ανατολής όλης, χωρίς εμείς να εξαντλώμεθα εις ανίκανες καταστρεφτικές προσπάθειες.

Ο τόπος σήμερον έχει χρεία να αναλάβη από τα ολέθρια αποτελέσματα της προσπερασμένης αναξίας και κακούργου Κυβερνήσεως.

Οι Ρωμιοί δεν είναι  όλοι διεφθαρμένοι. Είναι μεταξύ τους  και έντιμος εξαίρεσις. Συ δε τώρα -πλέον  με πείραν αρκετήν των συνεθνήτων σου –  μπορείς εύκολα να εκλέξεις όχι πλέον μεταξύ του πρώην κόμματος, αλλά μεταξύ των πολιτευομένων συνεθνήτων σου, τους ικανοτέρους και τιμιωτέρους, οι οποίοι θεμένοι στην κυβερνητικήν σου μηχανήν , ήθελ’  είναι το ζωηδότηρο δρόσισμα στη μαραμένη και ταπεινωμένη Ελλάδα.

Η καλή διαχείρισις του Δημοσίου πλούτου θέλει σε ανυψώσει στην υπόληψι της Ευρώπης και θέλει σε στερώσει στην αγάπη του Έθνους σου.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ”

 

Tags: ,

ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ: Τα παθήματα του Λασκαράτου στη Ζάκυνθο*

Το 1856 ο μεγάλος Κεφαλονίτης σατιρικός ποιητής Ανδρέας Λασκαράτος (1811 – 1901), κυνηγημένος από τους σμπίρους της θρησκευτικής παράνοιας και μισαλοδοξίας, για το βιβλίο του “Μυστήρια της Κεφαλονιάς”, σάτιρες με τις οποίες καυτηρίαζε τα ατοπήματα  κληρικών και   λαϊκών, ζήτησε καταφύγιο στη φιλελεύθερη Ζάκυνθο, τη γενέτειρα του  Διονυσίου Σολωμού και του δασκάλου του Ανδρέα Κάλβου, που αμφότεροι ζούσαν ακόμη. ‘Ομως τι απογοήτευση θα ένιωσε  ο ευγενής αυτός  επτανήσιος , βλέποντας, όταν πάτησε το πόδι του στην προκυμαία,  δυο άγριους μαγκουροφόρους να τον πλησιάζουν, να τον βρίζουν, να τον απειλούν και να τον φτύνουν στο πρόσωπο!  Ο Λασκαράτος έμεινε τότε στη Ζάκυνθο μόνο 15 μέρες, κλεισμένος στο σπίτι του συγγενή του Γαϊτα.  Εκεί μια μέρα ακούει τις καμπάνες όλων των εκκλησιών να ηχούν πένθιμα και πληροφορείται ότι ο Μητροπολίτης Ζακύνθου, ο μη αξιομνημόνευτος Νικόλαος Κοκκίνης, τον αφόρισε  για τα Μυστήρια της Κεφαλονιάς, με πράξη του της 16ης Μαρτίου 1856. Είχε βέβαια προηγηθεί και γίνει γνωστός στο πανελλήνιο ο αφορεσμός του από τον Μητροπολίτη Κεφαλληνίας  Σπυρίδωνα Κοντομίχαλο, για το ίδιο βιβλίο. Ο Λασκαράτος τότε  αναγκάζεται να φύγει για το Λονδίνο,  όπου έμεινε ένα χρόνο, στο διάστημα του οποίου συνέγραψε νέο  έργο “Η απάντησή μου στον αφορεσμό”.

Ο Λασκαράτος επέστρεψε στη Ζάκυνθο το 1859 (η μητέρα της γυναίκας του  Πηνελόπης Κοργιαλένια ήταν ζακυνθία)  και αρχίζει στις 5 Μαϊου  την έκδοση  μιας μικρής εφημεριδούλας του με τον τίτλο “Λύχνος”, οικογενειακού χαρακτήρα, που αργότερα εξελείχθηκε σε όργανο πολεμικής μέσω του οποίου έβαλε δριμύτατα και σατιρικά κατά των συκοφαντών και επικριτών του. Ο Μητροπολίτης Κοκκίνης ζητεί τότε την απομάκρυνση του Λασκαράτου από το νησί ο δε ριζοσπάστης  Κωνσταντίνος Λομβάρδος, πολιτικός “αφέντης” του νησιού,  επικρίνει με δημοσίευμά του την έκδοση του “Λύχνου”.  Έκτοτε αρχίζει ένας ανήλεος δημοσιογραφικός πόλεμος μεταξύ αυτού και του Λασκαράτου, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να μηνυθεί από τον Λομβάρδο  για εξύβριση, να καταδικαστεί σε τετράμηνη φυλάκιση και να μεταφερθεί  στις φυλακές της Κεφαλονιάς.

Παρά τα παθήματα του αυτά  ο Λασκαράτος θα επιστρέψει για άλλη μια φορά στη Ζάκυνθο όπου θα δημοσιεύσει το πέμπτον και έκτο φύλλο του “Λύχνου”. Με την Ζάκυνθο τον συνέδεαν δεσμοί όχι μόνο συγγενικοί άλλά φιλικοί και πνευματικοί. Όταν το 1872 εκδίδει τα ¨Στιχουργήματα” , τα αφιερώνει στον  φιλοπάτριδα φίλο του, τον θρυλικό Γεώργιο Τερτσέτη, με την ακόλουθη επιστολή:

“Δεν σου εζήτησα την άδεια, φίλε Τερτσέτη, για να σου αφιερώσω τους στίχους μου, και δικαιούσαι να μου κατηγορήσεις αυθάδειαν. Αλλ’  είναι νομίζω τούτη η μόνη ποιητική άδεια που θέλ’ ειδείς να επήρα σ’  όλην τη συλλογή των στιχουργημάτων μου, αν ευκαιρήσεις να τα διαβάσεις, και σαν τέτοια, σε παρακαλώ ναν τη συμπαθήσεις.

Επιθύμησα εσέ για προστάτη μου, επειδή εχτός της αγάπης και του σεβασμού που αισθάνομαι δια εσέ, κανείς  δεν ημπορεί να με μεμφθή ότι θέλω τάχα να σε κολακέψω. Το αφιέρωμα τούτο που φυσικά ήθελε χαϊδέψει την κουφότητα ενός αγράμματου  Μεγιστάνα, είναι βέβαια κατώτερο του εαυτού σου.

Δέξου λοιπόν,  σε παρακαλώ, τούτο μου το πρσφώνημα σαν έκφραση αγάπης και σεβασμού που σου προσφέρει

                                                   Ο φίλος

                                        Ανδρέας Λασκαράτος”.

 Οι ζακυνθινοί λόγιοι αντιμετώπισαν  τον Λασκαράτο θα έλεγα “στοργικά”, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Οι εφημερίδες και τα περιοδικά της Ζακύνθου προσφέρουν φιλοξενία στα κείμενά και στις πολεμικές του. Ο ποιητής Ιωάννης Τσακασιάνος θα αφιερώσει σελίδες και σελίδες του περίφημου περιοδικού του “Ποιητικός Ανθών Ζακύνθου” στα στιχουργήματα και τις σάτιρες του Λασκαράτου, καθώς και σε μελέτες άλλων για τον Λασκαράτο, όπως του Σπ. Δεβιάζη (τόμοι Α’ (1886) και Β’ (1887). Αργότερα ο μεγάλος Γρηγόριος Ξενοπουλος, στον πρόλογό του  στα Ήθη, Έθιμα και Δοξασίες της Κεφαλονιάς (Ελευθερουδάκης ,1924), θα τονίσει για τον Λασκαράτο: “Οι Κεφαλλήνες, που αργά ή γρήγορα θα τιμήσουν βέβαια με ανδριάντα εκείνον που τίμησε την εύανδρο Νήσο τους, δεν θ’  αναστήσουν απλώς μια δόξα της ιδιαίτερής τους πατρίδας, αλλά της Ελλάδας όλης. Ο Ανδρέας Λασκαράτος δεν είναι μόνον ο μέγας ανήρ της Κεφαλληνίας ή ένας από τους μεγάλους της Επτανήσου· είναι μορφή πανελλήνια”.

 Ο Λασκαράτος και η οικογένειά του υπόφεραν τα πάνδεινα εξ αιτίας των άδικων  και βάρβαρων εις βάρος του αφορεσμών. Ο ίδιος θα επιδείξει υπομονή αλλά και ένα απαράμιλλο ψυχικό και πνευματικό σθένος έως το τέλος της ζωής του. Πράγματι, λίγο πριν πεθάνει ο Λασκαράτος, ο τότε Μητροπολίτης Κεφαλληνίας, ο λαμπρός και ελευθερόφρων Ιεράρχης,  αοίδημος  Γεράσιμος Δόριζας, με έγγραφό του ζητεί από την Ιερά Σύνοδο να προβεί στην άρση του αφορεσμού “ίνα προλάβει μέγιστον και πάγκοινον σκάνδαλον, όπερ θα γεννηθή, όταν επέλθη εις τον ποιητήν το τέλος, εάν γνωσθή, ότι ο δαφνοστεφής πρεσβύτης τερματίζει τον βίον εν τελευτώντι 19ω αιώνι υπό τας αράς και το ανάθεμα της Εκκλησίας”. Το ιστορικό και συνταρακτικό στις λεπτομέρειές  του αυτό έγγραφο του Μητροπολίτη Γεράσιμου Δόριζα, αληθινός καταπέλτης  εναντίον όλων εκείνων των κληρικών που παρεκκλίνουν από τις χριστιανικές αλήθειες,  έγινε τότε γνωστό και προκάλεσε συγκίνηση και ένα υπέροχο άρθρο του Νουμά στην αθηναϊκή “Εστία”  της 28ης Φεβρουαρίου 1900. Η απάντηση της Ιεράς Συνόδου ήταν να υποβάλει ο αφορισθείς γραπτήν ομολογίαν και αποκήρυξη του αντικληρικού του έργου,  απαίτηση  στην οποία ο φωτισμένος Ιεράρχης απάντησε: “Λίβελλον υπογεγραμμένον υπό του ποιητού είναι αδύνατον να αποστείλωμεν”.  Τότε η Ιερά Σύνοδος, στηριζόμενη στα επειχειρήματα και την ομολογία του Μητροπολίτη Κεφαλληνίας ήρε τον αφορεσμό του Λασκαράτου με απόφασή της, την 19η Φεβρουαρίου 1900.

Δεν γνωρίζουμε αν η απόφαση αυτή της ΙΣ καλύπτει και τον αφορεσμό από τον Μητροπολίτη Ζακύνθου. Υποθέτουμε, πως ναι. Αν όχι, ένα μπορούμε να πούμε:  Το στίγμα που κληροδότησε ο Κοκκίνης στην πνευματική Ζάκυνθο – και δεν εννοώ μόνο εκείνη των παπάδων – είναι όνειδος απαράδεκτο, που βαρύνει αποκλειστικά τον πρωτεργάτη  του.

 σ.α.

Andreas_Laskaratos

 

Tags: , ,

 
%d bloggers like this: